Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2020

Το στρατηγικό δόγμα της Ρωσικής Ομοσπονδίας (2008 – 2020)


Του Χατζηηλία Αργύρη




Από το τέλος του ψυχρού πολέμου και την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, η πλέον ρωσική ομοσπονδία έχει διαφοροποιήσει το στρατηγικό της δόγμα τέσσερεις φορές και μια πέμπτη αλλαγή αναμένεται να συμβεί στο κοντινό μέλλον από την στιγμή που γράφονται οι γραμμές αυτές. Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως όλα τα στρατηγικά δόγματα τα οποία έχει εκδώσει η ρωσική ομοσπονδία είναι αμυντικά στην φύση τους. Το πρώτο, του 1993, ήρθε για να αναδείξει την αισιόδοξη οπτική που είχε η Ρωσία για το διανθές σύστημα αλλά και να εκφράσει τις αμυντικές της πεποιθήσεις σε μια μεταβατική για εκείνην περίοδο που ακολούθησε την πτώση του αντίπαλου δέους των ΗΠΑ σε ένα πλέον μονοπολικό διεθνές σύστημα[1]. Το δόγμα του 2000 στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στο δόγμα του 1993, ήρθε όμως να θέσει τις πολιτικοστρατιωτικές, στρατιωτικοοικονομικές και οικονομικοστρατηγηκές βάσεις της ρωσικής ομοσπονδίας σε μια συνεχιζόμενη μεταβατική περίοδο από την οποία όμως σταδιακά φαίνεται να ανακάμπτει και να δείχνει αποφασισμένη να προωθήσει την ασφάλεια της και να υπερασπιστεί την ακεραιότητα της[2].
Από το 2000 λοιπόν και επί της πρώτης προεδρίας Putin μπήκαν τα θεμέλια για μια στοιχειώδη αναδιοργάνωση των ρωσικών εντολών δυνάμεων. Η Ρωσία άρχισε να επικεντρώνεται στην διεξαγωγή πολέμου με νέες τεχνολογίες και την αναγνώριση αλλά και αντιμετώπιση των ασύμμετρων απειλών. Οι εμπειρίες από τους πολέμους στην Τσετσενία αλλά και οι κοινές ασκήσεις με την Κίνα που πραγματοποιήθηκαν το 2005 και το 2007 κατέδειξαν την ικανότητα του ρωσικού στρατού να διεξάγει έναν παραδοσιακό πόλεμο, παρ’ όλα αυτά λίγες ήταν οι ενδείξεις που καταδείκνυαν την μετατροπή του ρωσικού στρατού σε ένα σύγχρονο, δυτικού τύπου στράτευμα. Οι αλλαγές περιορίστηκαν στην μείωση του μεγέθους του στρατού, την απόκτηση ενός περιορισμένου αριθμού νέου εξοπλισμού και την οργανωτική αλλαγή των σωμάτων ασφαλείας[3].
Η επιλογή του χρονικού πλαισίου 2008-2020 δεν είναι τυχαία. Το 2008 διεξάγεται ο πόλεμος της Γεωργίας. Οι ρωσικές δυνάμεις κατάφεραν εν τέλη να επικρατήσουν σε μικρό χρονικό διάστημα[4] όμως ο σχετικά μικρής κλίμακας αλλά μαζικής κινητοποίησης αυτός πόλεμος ήταν αρκετός για να αποκαλύψει την πληθώρα των αδυναμιών που παρουσίασε ο ρωσικός στρατός[5]. Ο πόλεμος διήρκησε 5 μόλις ημέρες. Αρκεί να αναφέρουμε πως κινητοποιήθηκαν 10.000 άνδρες στην περιοχή της Βόρειας Οσσετίας και 9.000 στην περιοχή της Αμπχαζίας, συμμετείχαν υποστηρικτικά τμήματα του ρωσικού στόλου στην Μαύρη θάλασσα, υπήρξε κινητοποίηση αρμάτων μάχης, πυροβολικού και συμβολή της αεροπορίας[6]. Πάρα την μεγάλη όμως αυτή κινητοποίηση ο εξοπλισμός του ρωσικού στρατού ήταν απαρχαιωμένος και όσα νέα οπλικά συστήματα υπήρχαν δεν επανδρωθήκαν από αρκετά εκπαιδευμένο προσωπικό. Τα τεθωρακισμένα οχήματα δεν ήταν αρκετά ισχυρά ώστε να μπορούν να δεχθούν χωρίς να φθαρούν αντιαρματικά πυρά του αντίπαλου. Η συνεισφορά της αεροπορίας ήταν περιορισμένη καθώς η εγγύς αεροπορική υποστήριξη στις μονάδες εδάφους ήταν σχεδόν ανύπαρκτη και δεν χρησιμοποιήθηκαν κατευθυνόμενοι πύραυλοι για την πλήξη των στόχων. Τέλος, ο συντονισμός των μονάδων (command and control) ήταν το λιγότερο αναποτελεσματικός[7] [8]. Εν τέλει, η νίκη επιτεύχθηκε με τον γνώριμο για τον ρωσικό στρατό αλλά ξεπερασμένο τρόπο πολέμου, την συντριπτική υπεροπλία και την αριθμητική υπεροχή στρατευμάτων[9].
Όλα τα προηγούμενα κατέστησαν κατανοητό και αναγκαίο για τον τότε πρόεδρο Medvedev και για τους υπόλοιπους υψηλούς πολίτικους και στρατιωτικούς αξιωματούχους πως μια περισσότερο ενεργητική πολιτική θα έπρεπε να ακολουθηθεί όσων αφορά τον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεων[10] και την διεκδίκηση των ρωσικών συμφερόντων στην περιοχή[11]. Τα κρατικά εξοπλιστικά προγράμματα της Ρωσίας, η αλλιώς GPV (Gosudarstvennaya Programma razvitiya Vooruzheniy) ήταν γεγονός ήδη από το 2007. Το GPV-2015 προέβλεπε πως από το 2007 μέχρι το 2015 ένα μεγάλο μέρος τους στρατού θα είχε αναδιοργανωθεί, θα είχε εκσυγχρονιστεί και θα είχαν ενταθεί οι προσπάθειες για ερευνά και ανάπτυξη. Τα κονδύλια για την προσπάθεια αυτή θα βρίσκονταν από την σημαντική σμίκρυνση των ενόπλων δυνάμεων. Το ακριβές περιεχόμενο τους δεν είναι γνωστό καθώς δεν έχουν εκδοθεί στην δημοσιότητα. Πάντως αυτό που έγινε σαφές ήταν η επιθυμία για εντατικοποίηση των προσπαθειών. Με επίσημες δηλώσεις ο πρόεδρος Medvedev μετά από την εμπειρία στην Γεωργία αλλά και ο πρόεδρος Putin νωρίτερα, διέταξαν την ολοκλήρωση του προγράμματος δυο χρόνια νωρίτερα από το προβλεπόμενο[12] [13]. Το 2009 εκδίδεται νέα εθνική στρατηγική ασφάλειας με κύριο περιεχόμενο της την αποφασιστική αντιμετώπιση των εσωτερικών και εξωτερικών απειλών στο νέα διαμορφωμένο περιβάλλον στο διεθνές σύστημα[14] [15].
Το 2010 ανανεώνεται για ακόμα μια φορά το στρατηγικό δόγμα της Ρωσίας ακολουθούμενο από τις προαναφερόμενες εξελίξεις[16]. Σε αυτό, ο πεσιμισμός του ρωσικού κράτους για τις διεθνής σχέσεις είναι εμφανής. Αναγάγει το ΝΑΤΟ ως έναν οργανισμό που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και εμπλέκεται σε χώρες που βρίσκονται στην σφαίρα επιρροής της Ρωσίας και κοντά στα ρωσικά σύνορα, θεωρεί πως η ανισότητα κυριαρχεί στις διεθνείς σχέσεις και πως δεν καλλιεργείται ένα περιβάλλον ασφάλεια, πως η αστάθεια στα σύνορα της Ρωσίας είναι γεγονός καθώς υπάρχου ακόμα άλυτες περιφερικές συγκρούσεις, και πως ο ρωσικός στρατός θα πρέπει να είναι σε μόνιμη βάση έτοιμος και ισχυρός ώστε να υπερασπιστεί τα συμφέροντα των Ρώσων πολιτών[17] [18]. Τον ίδιο χρόνο εκδόθηκε νέο GPV για την περίοδο 2011-2020 που αντικαθιστούσε το προηγούμενο και προέβλεπε μαζική αναδιαμόρφωση των εξοπλισμών σε όλα τα επίπεδα των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων και αισιόδοξα ποσά που ξοδευτήκαν για των εκσυγχρονισμό τους[19].
Το 2013 αποτυπώνεται επίσης ένας ακόμα στρατηγικός πυλώνας της ρωσικής στρατηγικής από τον στρατηγό Gerasimov[20]. Χωρίς σαφώς να είναι ο πρώτος που εξέφρασε τέτοιες ιδέες και χωρίς βέβαια να αποτελεί επίσημο στρατηγικό δόγμα της ρωσικής ομοσπονδίας, εκφράζεται η ιδέα του συνδυασμού συμβατικών και μη συμβατικών μέσων για την διεξαγωγή του πολέμου[21]. Ο λεγόμενος “υβριδικός πόλεμος” αποτελεί ακριβώς αυτό. Τον συνδυασμό της δύναμης πυρός και των παραδοσιακών στρατηγικών διεξαγωγής πολέμου με τακτικές κεκαλυμμένες με τον μανδύα της πολιτικής επιρροής, πρόκλησης κοινωνικών αναταραχών και κυβερνοεπιθέσεων για να αναφέρουμε μόνο μερικά, με σκοπό την απόκτηση ενός πλεονεκτήματος απέναντι στον αντίπαλο παρεισφρέοντας στις εσωτερικές του υποθέσεις. Σημαντικά παραδείγματα που αποδεικνύουν την προσπάθεια της Ρωσίας να υποκαταστήσει την εξοπλιστική της κατωτερότητα με εναλλακτικούς τρόπους δράσης αποτελεί η επέμβαση στης αμερικανικές εκλογές μέσω του πληροφοριακού πολέμου, παρακλάδι του υβριδικού πολέμου, εκμεταλλευόμενη τα social media και την γρήγορη διάδοση πληροφορίας για την εξασφάλιση ενός αποτελέσματος που θα την ευνοούσε μακροπρόθεσμα[22], και οι στοχευμένες κυβερνοεπιθέσεις καθώς και η υποστήριξη των ακραίων φωνών στην Ουκρανία σε μαζικές διαδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν το 2014 χρησιμοποιώντας τα γεγονότα αυτά ως αφορμή για την μετέπειτα επέμβαση που πραγματοποιήθηκε[23] [24].
Τα αποτελέσματα πάντως της αναδιοργάνωσης και του εκσυγχρονισμού φάνηκαν ήδη από το 2014. Ταυτόχρονα με την αύξηση των προϋπολογισμών για αμυντικές δαπάνες που ανήλθαν συνολικά από 1,5% το 2010 σε 4,1% το 2014, οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις έγιναν πιο ευέλικτες, ευκίνητες, καταρτισμένες και τεχνολογικά προηγμένες ενώ ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στις τεχνολογίες μη επανδρωμένων αεροσκαφών[25]. Τα αποτελέσματα των αλλαγών φάνηκαν με τον επαγγελματισμό που επιδείχθηκε στα γεγονότα της Κριμαίας. Η αξιοποίηση της παραπλάνηση, και η παραδειγματική στρατιωτική συμπεριφορά των ρωσικών ειδικών δυνάμεων με αφορμή της οποίας επαναχρησιμοποιήθηκε το παρατσούκλι “little green men”, δημιούργησε ανησυχίες στην δύση[26].
Η επιτυχία της Μόσχας να αναγάγει τις ένοπλες δυνάμεις της σε επίπεδο ανάλογο με αυτό που άρμοζε στο διεθνές της πλέον status την οδήγησε να κρίνει αναγκαία την αντικατάσταση και πάλι ορισμένων εγγράφων με νέα, πιο επίκαιρα που εξέφραζαν καλύτερα το πως αντιλαμβανόταν τον κόσμο γύρω της το 2014[27]. Στο τέλος του έτους λοιπόν εκδόθηκε νέο στρατηγικό δόγμα[28], ενώ ένα χρόνο αργότερα εκδόθηκε και νέα στρατηγική εθνικής ασφάλειας[29] ακολουθούμενη το 2016 και από ένα νέο έγγραφο που περιγράφει την νέα αντίληψη της Ρωσίας για την εξωτερική πολιτική[30]. Θεωρείται σκόπιμο στο σημείο αυτό, και λόγω του προσφάτου της έκδοσης του δόγματος και των υπολοίπων εγγράφων, αλλά και με σκοπό την βέλτιστη κατανόηση των διαφορών που πιθανότατα να παρουσιάσουν ανάμεσά τους το δόγμα του 2014 και το δόγμα που αναμένεται να δημοσιευθεί στο προσεχές μέλλον, η περιγραφή και ερμηνεία του περιεχομένου τους εν γένη, θίγοντας περιγραφικά τα σημαντικότερα σημεία σε σχέση με την ρωσική εξωτερική πολιτική στο σύνολο της.
Το ρωσικό κράτος αισθάνεται πλέον ως ένα σημαντικός παράγοντας στο διεθνές σύστημα, οι απόψεις του οποίου θα πρέπει να γίνονται σεβαστές και υπολογίσιμες στα διεθνή fora. Η θέση της και η ισχύς της την καθιστούν έναν παράγοντα σταθερότητας στο ασταθές περιβάλλον που την περικυκλώνει και επιθυμεί να προβάλλει και να κάνει γνωστές της βλέψεις της στις υπόλοιπες Μεγάλες Δυνάμεις. Βασικός της στόχος είναι η επανάκτηση και διατήρηση επιρροής στην περιοχή και τα κράτη του πρώην σοβιετικού χώρου. Το προηγούμενο γίνεται υλοποιήσιμο μέσω της πληθώρας των οικονομικών και στρατηγικών συμφωνιών στις οποίες είναι μπλεγμένη (CSTO, Ευρασιατική Οικονομική Ένωση, Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών) . Φροντίζει ταυτόχρονα να επισημαίνει τον σεβασμό που επιθυμεί να δείχνει για το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς συμφωνίες που την δεσμεύουν. Δεν αποφεύγει πάρα ταύτα να υπενθυμίζει την ιδιαίτερη ερμηνεία αυτών των κανόνων από μέρους της μη διστάζοντας να επέμβει με στρατιωτική ισχύ όπου θεωρεί πως θίγονται τα συμφέροντα της ίδιας αλλά και των συμμάχων της. Το πρόσφατο παράδειγμα της επέμβασης στην Συρία αποτελεί λαμπρή ένδειξη της νοοτροπίας αυτής. Στην περίπτωση αυτή μάλιστα φάνηκαν οι καρποί των προηγούμενων προσπαθειών εκσυγχρονισμού μετά τον πόλεμο στην Γεωργία. Η βελτίωση της εκπαίδευσης των μονάδων τα νέα συστήματα συντονισμού σε συνδυασμό με νέες τεχνολογίες, ο πριν  αμφισβητούμενος αλλά πλέον υλοποιημένος εξοπλιστικός εκσυγχρονισμός και η πληθώρα των άλλων αλλαγών που υπέστη ο ρωσικός στρατός επιδιώκουν να καταστήσουν σαφή την πρόθεση και την ικανότητα της Ρωσίας να προβάλλει την ισχύ της όπου θεωρήσει πως θίγονται τα συμφερόταν της[31]. Καθιστά μάλιστα σε αυτά τα έγγραφα ξεκάθαρα το ΝΑΤΟ ως μια άμεση απειλή. Η Ρωσία, κυρίως στα δυτικά και νοτιοδυτικά της σύνορα αισθάνεται περικυκλωμένη και επιδιώκει όπως πάντα την δημιουργία μιας ζώνης ασφάλειας για την ίδια. Καθώς αυτό όμως με την επέκταση του ΝΑΤΟ καθίσταται αδύνατο, επιδιώκεται μέσω ενεργειακών και εμπορικών συμφωνιών με την δύση ο έλεγχος των κεντρικών εμπορικών και ενεργειακών οδών από την ίδια ή από συμμάχους της, πράξεις που μπορούν να οδηγήσουν στην δημιουργία εξαρτησιακών σχέσεων. Η άνοδος της Κίνας επίσης αποτελεί και έναν παράγοντα προβληματισμού για τα ανατολικά της σύνορα. Εξακολουθεί  τέλος να θεωρεί την ανάπτυξη των πυρηνικών ως έναν παράγοντα σταθερότητας και αποτροπής και συγκεντρώνει ιδιαίτερα το βάρος στην εσωτερική σταθερότητα και συσπείρωση του ρωσικού λαού[32].
Η αναγκαιότητα υπό αυτές τις συνθήκες για ένα αξιόμαχο στράτευμα είναι εμφανής. Όμως το μέλλον του ρωσικού στρατηγικού δόγματος και της νέας GPV που εκδόθηκε το 2018 και επεκτείνεται μέχρι και το 2027 εξαρτάται από μια πληθώρα μεταβλητών. Ανάλογα με τις απολήξεις των γεωπολιτικών εξελίξεων οι στρατηγικές της ρωσικής ομοσπονδίας δύνανται να δεχθούν τροποποιήσεις. Μερικοί μόνο από τους παράγοντες αυτούς είναι οι μελλοντικές σχέσεις της Ρωσίας με την δύση, οι σχέσεις της με την Κίνα, η πορεία εξέλιξης των οικονομικών της δυνατοτήτων και η διαφοροποίηση των τιμών της ενέργειας.
Αν για παράδειγμα οι σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση και με τις Ηνωμένες Πολιτείες εξομαλυνθούν και αρθούν οι οικονομικές κυρώσεις, οι δεσμεύσεις στρατευμάτων στα δυτικά σύνορα της Ρωσίας ενδέχεται να μειωθούν, οι ανάγκες για εξοπλισμό των περιοχών αυτών να περιοριστούν και οι άμεσες απειλές ασφάλειας της να συρρικνωθούν. Η οικονομική άνθιση που μπορεί να προκύψει με την σειρά της μέσω της οικονομικής συνεργασίας δύσης και Ρωσίας θα μπορούσε να τροφοδοτήσει τους ρωσικούς προϋπολογισμούς, και να οδηγήσει σε νέες καινοτομίες στους στρατιωτικούς εξοπλισμούς και περεταίρω εκσυγχρονισμό των οπλικών της συστημάτων. Ακόμα και χωρίς την βελτίωση των σχέσεων με την δύση παρ’ όλα αυτά, αν οι σταθερά θετικές οικονομικές προβλέψεις για την χωρά επιβεβαιωθούν πιθανό είναι τα έξοδα για εξοπλισμούς να συνεχίσουν να αυξάνονται και μαζί με αυτά, η αυτοπεποίθηση της Ρωσίας για ικανότητα προβολής ισχύος[33]. Αντίθετα μια κλιμάκωση των σχέσεων με την δύση ενδέχεται να οδηγήσει την Ρωσία σε σταθερή πορεία ανταγωνισμού, σαφέστερα χαμηλότερους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, και εστίαση στην στρατηγική της αποτροπής μέσω της περεταίρω ανάπτυξης του πυρηνικού της προγράμματος. Αυτό θα συνεπαγόταν χαμηλότερους αλλά σταθερούς ρυθμούς εξοπλιστικού εκσυγχρονισμού και προσπάθεια απόκρουσης της δυτικής επιρροής σε περιοχές ρωσικών συμφερόντων στην περιφέρεια της. Αν παράλληλα οι ομαλές σχέσεις με την Κίνα για οποιονδήποτε λόγω δυσχερανθούν, η Ρωσία πιθανόν να χρειαστεί να ξοδεύει περισσότερα σε εξοπλισμούς για την ταυτόχρονη κάλυψη δυο μεγάλων δυνητικά εχθρικών μετώπων. Σε αυτήν την περίπτωση και πάλι η επιλογή της πυρηνικής αποτροπής φαίνεται ως η πιο οικονομική λύση[34]. Αν οι τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου αυξηθούν, οι οικονομικές προοπτικές της Ρωσίας θα φαίνονται θετικότερες. Σε αυτήν την περίπτωση παρόμοια αύξηση αναμένεται όπως και πριν στα έξοδα για στρατιωτικούς εξοπλισμούς. Αν πάλι οι τιμές του πετρελαίου μειωθούν, οι ρωσική οικονομία πιθανόν να εμφανίσει σημάδια κόπωσης και η ευελιξία για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη των ενόπλων δυνάμεων να μειωθεί.
Τα παραπάνω βέβαια θα οδηγούσαν είτε σε ένα επόμενο δόγμα και με πιο αισιόδοξη προοπτική για συνεργασία και λιγότερο ανταγωνισμό, είτε σε εντονότερες τριβές, συνέχιση του ανταγωνισμού και κλιμάκωση του πεσιμισμού. Γίνεται σαφές λοιπόν πως όλα τα διαφορετικά ενδεχόμενα που μπορεί να προκύψουν από τις διεθνείς εξελίξεις και τις πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις των διεθνών δρώντων δύνανται επίσης να έχουν και μεγάλη επιρροή στην πορεία εξέλιξης της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής, στρατηγικής ασφαλείας της και στρατηγικών της δογμάτων. Κρίνεται αρά αντιπαραγωγικό να εισέλθουμε σε μια διαδικασία προβλέψεων και δεν μένει πάρα οι ίδιες οι εξελίξεις να δείξουν τον δρόμο για περεταίρω μελέτη.




[1]Russian Military Doctrine”, November 1993. Federation of American scientists, 1999, [online at: https://fas.org/nuke/guide/russia/doctrine/russia-mil-doc.html ]
[2] “Russia's Military Doctrine “, Arms Control Association. Armscontrol.org. (n.d.). [online at https://www.armscontrol.org/act/2000-05/russias-military-doctrine ]
[3] Marcel de Haas, “Russia’s Military Reforms Victory after Twenty Years of Failure?”,  Netherlands Institute of International Relations, 2011, pp.16-17 [online at: https://www.clingendael.org/sites/default/files/pdfs/20111129_clingendaelpaper_mdehaas.pdf ]
[4] “Countdown in the Caucasus: Seven days that brought Russia and Georgia to war”, Financial Times, 26 August 2008, [online at: https://www.ft.com/content/af25400a-739d-11dd-8a66-0000779fd18c ]
[5] Timothy L. Thomas, “The Bear Went Through the Mountain: Russia Appraises its Five-Day War in South Ossetia”, The Journal of Slavic Military Studies, 2009, p. 42, [online at: 10.1080/13518040802695241 ]
[6] Carolina V. Pallin & Fredrik Westerlund, “Russia's war in Georgia: lessons and consequences, Small Wars & Insurgencies”, 2009, p. 406, [online at: https://www.tandfonline.com/doi/pdf/10.1080/09592310902975539 ]
[8] Οπ. παρ., στ. υποσημ. 6, p. 407.
[9] Οπ. παρ., στ. υποσημ. 3, p. 20.
[10] Jim Nichol, “Russian Military Reform and Defense Policy”, Congressional Research Service, 2011, [online at: https://fas.org/sgp/crs/row/R42006.pdf ]
[11] Οπ. παρ., στ. υποσημ. 3, p. 18-27.
[12] Marcel de Haas, “Military Reform in Russia: Success or Failure?”, 2011, p.3. [online at: https://www.researchgate.net/publication/275065555_MILITARY_REFORM_IN_RUSSIA_SUCCESS_OR_FAILURE ]
[13] Οπ. παρ., στ. υποσημ. 3, p. 20-21.
[14] Rokas Grajauskas, “What is new in Russia’s 2009 national security strategy?”, Center for Eastern Geopolitical Studies, 2009, [online at: http://www.eesc.lt/uploads/news/id270/Rytu%20pulsas%206%20(21).pdf ]
[15] Javier Morales, “Russia’s New National Security Strategy: Towards a ‘Medvedev Doctrine’?”, Real Instituto Elcano, 2009, [online at: http://biblioteca.ribei.org/1720/1/ARI-135-2009-I.pdf  ]
[16] The Military Doctrine of the Russian Federation, 2010, [online at: https://carnegieendowment.org/files/2010russia_military_doctrine.pdf ]
[17] “Comparison of the Russian Military Doctrine 1993, 2000, 2010 and 2014”, [Online at: https://www.offiziere.ch/wp-content/uploads-001/2015/08/Comparison-of-the-Russian-Military-Doctrine-1993-2000-2010-and-2014.pdf ]
[19] Οπ. παρ., στ. υποσημ. 3, p. 21-29.
[20] Valery Gerasimov, “The Value of Science Is in the Foresight New Challenges Demand Rethinking the Forms and Methods of Carrying out Combat Operations”, 2016, [online at: https://jmc.msu.edu/50th/download/21-conflict.pdf ]
[21] Eugene Rumer, “The Primakov (Not Gerasimov) Doctrine in Action”, Carnegie Endowment for International Peace, 2019, [online at: https://carnegieendowment.org/2019/06/05/primakov-not-gerasimov-doctrine-in-action-pub-79254]
[23] Οπ. παρ., στ. υποσημ. 22.
[24] Michael Connell and Sarah Vogler, “Russia’s Approach to Cyber Warfare”, CNA Analysis and Solutions, 2017,  [online at: https://www.cna.org/cna_files/pdf/DOP-2016-U-014231-1Rev.pdf ]
[25] Keith Crane, Olga Oliker and Brian Nichiporuk, “Trends in russia’s armed forces an overview on budget and csapabilities”, RAND Corporation, 2019, [online at: https://www.rand.org/content/dam/rand/pubs/research_reports/RR2500/RR2573/RAND_RR2573.pdf ]
[26] Pavel Baev, “Ukraine: a Test for Russian Military Reforms”, Institut français des relations internationals, 2015,  [online at: https://www.ifri.org/sites/default/files/atoms/files/ifri_rnr_19_pavel_baev_russian_military_reform_eng_may_2015_0.pdf]
[27] Isabelle Facon, “Russia’s national security strategy and military doctrine and their implications for the EU”, European Parliament's Sub-Committee on Security and Defence, 2017, [online at: https://www.europarl.europa.eu/RegData/etudes/IDAN/2017/578016/EXPO_IDA%282017%29578016_EN.pdf ]
[28] “The military doctrine of the Russian federation, The Embassy of the Russian Federation to the United Kingdom of Great Britain and Northern Ireland, 2015, [online at: https://rusemb.org.uk/press/2029]
[29] “The Russian Federation's National Security Strategy”, Instituto Español de Estudios Estratégicos, 2019, [online at: http://www.ieee.es/Galerias/fichero/OtrasPublicaciones/Internacional/2016/Russian-National-Security-Strategy-31Dec2015.pdf ]
[30] “Foreign Policy Concept of the Russian Federation”, The Ministry of Foreign Affairs of the Russian Federation, 2016, [online at: https://www.mid.ru/ru/foreign_policy/official_documents/-/asset_publisher/CptICkB6BZ29/content/id/2542248]
[31] Anton Lavrov, “Russian Military Reforms from Georgia to Syria”, Center for Strategic and International Studies, 2018, [online at: https://csis-prod.s3.amazonaws.com/s3fs-public/publication/181106_RussiaSyria_WEB_v2.pdf?sM_hVtQ0qs4_TTU9rSTS_sDJJvcB.IPg]
[32] Οπ. παρ., στ. υποσημ. p. 6-8.
[33] Richard Connolly and Mathieu Boulègue, “Russia’s New State Armament Programme Implications for the Russian Armed Forces and Military Capabilities to 2027”, Chatham House The Royal Institute of International Affairs, 2018, p 12. [online at: https://www.chathamhouse.org/sites/default/files/publications/research/2018-05-10-russia-state-armament-programme-connolly-boulegue-final.pdf]
[34] Andrew Radin, Linn E. Davis, Eduard Geist, Eugeniu Han, Dara Massicot, Matthew Pavlock, Clint Reach, Scott Boston, Samuel Charap, William Mackenzie, Katya Migacheva, Trevor Johnston and Austin Long, “The Future of the Russian Military”, RAND Corporation, 2019, p.69, [online at: https://www.rand.org/content/dam/rand/pubs/research_reports/RR3000/RR3099/RAND_RR3099.pdf ]
 


Share:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *