Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2018

Αποχώρηση κρατών-μελών της ΕΕ από το σύμφωνο του ΟΗΕ για τη μετανάστευση


της Παπανικολάου Σοφία-Ειρήνης






Το μεταναστευτικό ήταν και εξακολουθεί να είναι από τις σημαντικότερες προκλήσεις τις οποίες καλείται να αντιμετωπίσει η παγκόσμια κοινότητα. Λόγω της ιδιαίτερης σημασίας του τόσο για τις ζωές των ίδιων των μεταναστών όσο και των πολιτών στις χώρες υποδοχής, είναι αναγκαία η ρύθμιση του ζητήματος αυτού. Στο πλαίσιο αυτής της ανάγκης ρύθμισης του μεταναστευτικού, θα πραγματοποιηθεί στις 10 και 11 Δεκεμβρίου στο Μαρρακές, πρωτεύουσα του Μαρόκο, υπό την αιγίδα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, η Διακυβερνητική Σύνοδος με στόχο την επικύρωση και υιοθέτηση του Παγκόσμιου Συμφώνου για την Ασφαλή, Ομαλή και Τακτική Μετανάστευση. Πρόκειται για μία Σύνοδο, αφετηρία της οποίας υπήρξε η Διακήρυξη της Νέας Υόρκης για τους Πρόσφυγες και Μετανάστες που υιοθετήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 2016, και στην οποία συμφωνήθηκε να ξεκινήσει μία σειρά διακυβερνητικών διαπραγματεύσεων που θα οδηγούσαν στην επικύρωση ενός Συμφώνου για τη Μετανάστευση, το οποίο και τελικά εγκρίθηκε από τις χώρες-μέλη του ΟΗΕ (πλην των ΗΠΑ) τον περασμένο Ιούλιο.[1]                                                    Στόχος του Συμφώνου αυτού είναι η δημιουργία διεθνούς συνεργασίας ανάμεσα στα κράτη όσον αφορά στο θέμα της μετανάστευσης, αφού, όπως τονίζεται στο προσχέδιο του Συμφώνου πρέπει να διαμορφωθεί μία κοινή αντίληψη των κρατών αναφορικά με τη μετανάστευση, ενώ παράλληλα πρέπει να υπάρξει μοίρασμα ευθυνών και σύμπνοια απόψεων. Το προσχέδιο της συμφωνίας αναφέρει είκοσι τρία συγκεκριμένα μέτρα, μεταξύ των οποίων η συγκέντρωση δεδομένων και η παροχή άμεσων και ακριβών πληροφοριών στους μετανάστες σχετικά με τα στάδια της μετανάστευσης, η απόδειξη νομικής ταυτότητας και απαραίτητων εγγράφων, η παροχή στους μετανάστες πρόσβασης σε κοινωνικές υπηρεσίες, η διασφάλιση κανόνων προστασίας κατά την εργασία τους και η οικονομική τους ένταξη, η αποτροπή των διακρίσεων, η πρόληψη, καταπολέμηση και εξάλειψη του λαθρεμπορίου μεταναστών και η συνεργασία για την ύπαρξη ασφαλούς επαναπατρισμού και ομαλής επανένταξής τους. Το Σύμφωνο, ωστόσο, είναι νομικά μη δεσμευτικό, δίνοντας τη δυνατότητα σε κάποιο κράτος να μην το υπογράψει.[2] Σε ενάσκηση του δικαιώματος αποχώρησης και μη υπογραφής του Συμφώνου προέβησαν αρκετές χώρες, με πρώτες τις ΗΠΑ, οι οποίες ανακοίνωσαν στο τέλος του 2017 ότι αποσύρονται από τις διαπραγματεύσεις, επισημαίνοντας ότι το περιεχόμενο και οι όροι του Συμφώνου έρχονται σε αντίθεση με τη νέα μεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης του Πρόεδρου Donald Trump. Η αποχώρησή τους αυτή πραγματοποιήθηκε σε μία περίοδο που οι σχέσεις των ΗΠΑ και του Μεξικό σχετικά με το μεταναστευτικό είναι τεταμένες, καθώς πλήθος μεταναστών από την Κεντρική Αμερική έχουν συγκεντρωθεί στα σύνορα του Μεξικό με τις ΗΠΑ, τα οποία ο Τραμπ απειλεί να κλείσει για απροσδιόριστο διάστημα.[3] Εκτός από τις ΗΠΑ, η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Αυστρία, η Τσεχία, η Κροατία, η Βουλγαρία, η Εσθονία, το Ισραήλ αλλά και η Αυστραλία έχουν καταστήσει σαφές ότι δε θα προχωρήσουν σε υπογραφή του Συμφώνου, ενώ η Ελβετία ανακοίνωσε ότι χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να καθορίσει τη θέση της, καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη ο κοινοβουλευτικός διάλογος για το θέμα.[4]                                                                        Οι επικριτές του Συμφώνου επικαλούνται ως λόγους αποχώρησης και μη υπογραφής του Συμφώνου την ανάγκη προστασίας της εθνικής τους κυριαρχίας και διαφύλαξης των συνόρων τους. Ειδικότερα, η κυβέρνηση του Ούγγρου Πρωθυπουργού Viktor Orbán χαρακτήρισε επικίνδυνο το Σύμφωνο, εκτιμώντας ότι θα υποκινήσει εκατομμύρια ανθρώπους να πάρουν το δρόμο της μετανάστευσης, ενώ οι Πρωθυπουργοί της Πολωνίας και της Αυστρίας προέβαλαν ως λόγο άρνησης την ανάγκη προστασίας και ελέγχου των συνόρων τους, ενώ εξέφρασαν ανησυχίες για τον περιορισμό της εθνικής τους κυριαρχίας.[5] Η κυβέρνηση της Αυστραλίας από την πλευρά της έκανε λόγο για ανυπαρξία στο Σύμφωνο επαρκούς διάκρισης ανάμεσα σε νόμιμους και παράνομους μετανάστες, γεγονός που ενθαρρύνει την παράτυπη μετανάστευση,[6] ενώ οι πολέμιοι του Συμφώνου από την πλευρά της Ελβετίας εξέφρασαν το φόβο πως οι μη δεσμευτικοί, πολιτικοί στόχοι που διατυπώνονται στο κείμενο αυτό, θα μπορούσαν να μετατραπούν σε νομικά δεσμευτικούς κανόνες μακροπρόθεσμα. Σε αντίθεση με τους επικριτές, οι υποστηρικτές του Συμφώνου τονίζουν την αναγκαιότητα ύπαρξης μίας συμφωνίας μεταξύ των χωρών που θα εξασφαλίζει την προστασία των δικαιωμάτων των μεταναστών και γενικά την προώθηση της ομαλής και τακτικής μετανάστευσης σε όλο τον κόσμο. Άλλωστε, και σε απάντηση στις χώρες που αρνούνται να δεσμευτούν από το Σύμφωνο προβάλλοντας ως λόγο τον φόβο για ενδεχόμενο περιορισμό της εθνικής τους κυριαρχίας, η Πρόεδρος της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, María Fernanda Espinosa, επισημαίνει πως «το Σύμφωνο είναι απλά ένα πλαίσιο, το οποίο θα επιτρέψει την κατανομή του βάρους, ενώ έχει τεράστια ευελιξία ακριβώς για να διευκολύνει τις περισσότερες χώρες να το υιοθετήσουν και να το προσαρμόσουν στις πολιτικές που εφαρμόζουν».[7]                
 Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, επίσης, παρουσιάζει το γεγονός ότι οι χώρες που αποφάσισαν να αποχωρίσουν και που αρνούνται να υπογράψουν το Σύμφωνο είναι σχεδόν στο σύνολό τους δυτικά κράτη, και συγκεκριμένα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι αλήθεια πως, στην αρχή τουλάχιστον, οι μετανάστες θεωρούνταν ένα σημαντικό κεφάλαιο στην οικονομία των Ευρωπαϊκών κοινωνιών.  Ωστόσο, και υπό το φόβο αποτυχίας της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που θα οδηγούσε σε κατακερματισμό, οι μετανάστες άρχισαν να απεικονίζονται ως απειλές για την ασφάλεια και ευημερία των ευρωπαϊκών κρατών κοινωνικής πρόνοιας, καθώς και για την πολιτιστική ταυτότητα της Ευρώπης.[8] Λαμβάνοντας ως δεδομένο πως η έννοια της ασφάλειας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την προστασία του κράτους και της εθνικής του κυριαρχίας, οι κυβερνήσεις των κρατών καταλήγουν πως οι μετανάστες, καθώς θεωρούνται απειλή για την ασφάλεια, συνιστούν σημαντικό κίνδυνο για την προστασία της κρατικής κυριαρχίας. Στα πλαίσια, λοιπόν, της πολιτικής ενός κράτους, που αποβλέπει στην προστασία του εδάφους του και των συνόρων του, το μεταναστευτικό δαιμονοποιείται και αντιμετωπίζεται σαν ένα φαινόμενο που δεν πρέπει να αφορά τα κυρίαρχα κράτη. Γι’ αυτό άλλωστε  οι κυβερνήσεις τους στην πλειοψηφία τους επικαλούνται την προστασία της εθνικής τους κυριαρχίας ως το λόγο μη συμμετοχής τους σε συμφωνίες για το μεταναστευτικό. Το οξύμωρο, βέβαια, είναι ότι τα κράτη αυτά ενώ αποφασίζουν να μη συμμετέχουν στην υιοθέτηση του Συμφώνου για τη Μετανάστευση, υποστηρίζουν την ανάγκη ρύθμισης του ζητήματος και επίλυσης των προβλημάτων που συνεπάγεται η μη ρύθμισή του,  επιμένοντας πως το καθένα ξεχωριστά θα επιληφθεί του ζητήματος. Επιπλέον, θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί πως δεν είναι τυχαίο που η απόφαση να μην προχωρήσουν οι χώρες αυτές σε επικύρωση του Συμφώνου ελήφθη από συντηρητικές κυβερνήσεις, οι οποίες έχουν κατά καιρούς κατηγορηθεί για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή γιατί ακολουθούν αντιμεταναστευτική πολιτική. Η Ουγγαρία, για παράδειγμα, έχει προχωρήσει στην ποινικοποίηση δραστηριοτήτων για την υποστήριξη των αιτήσεων ασύλου και διαμονής, σε σημαντικό περιορισμό του δικαιώματος ασύλου, αλλά και σε περιορισμό της δράσης μη κυβερνητικών οργανώσεων. Η Αυστρία από την πλευρά της έχει προβεί σε αυστηροποίηση των διατάξεων της νομοθεσίας της για τους μετανάστες. Τέλος, οι ανωτέρω συντηρητικές πρακτικές λαμβάνουν χώρα σε μία περίοδο που η Ευρωπαϊκή Ένωση δοκιμάζεται από την παρουσία και δράση εθνικιστικών μορφωμάτων που δημιουργούν ένα κλίμα ξενοφοβίας.                         Καταλήγοντας, σε αντίθεση με όσα υποστηρίζουν τα προαναφερθέντα κράτη, η αποχώρησή τους από τις διαπραγματεύσεις και η άρνησή τους να προβούν σε επικύρωση του Συμφώνου του ΟΗΕ για τη μετανάστευση θα επιφέρει περισσότερες αρνητικές παρά θετικές συνέπειες γι’ αυτά. Και αυτό γιατί τα κράτη θα έρθουν αντιμέτωπα με αυξημένες μεταναστευτικές ροές, τις οποίες δεν θα μπορούν να ελέγξουν όντας απομονωμένα από την παγκόσμια κοινότητα, με αποτέλεσμα τα ποσοστά παράτυπης μετανάστευσης να αυξηθούν, ενώ παράλληλα τα δικαιώματα των μεταναστών θα εξακολουθούν να παραβιάζονται σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό. Πρέπει οι κυβερνήσεις των κρατών να συνειδητοποιήσουν πως το μεταναστευτικό είναι ένα ζήτημα που χρήζει πολυμερούς συνεργασίας σε διεθνές επίπεδο, καθώς δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με μονομερείς ενέργειες, όπως το κλείσιμο των συνόρων ή με παροχή αναπτυξιακής βοήθειας στις χώρες προέλευσης χωρίς καμία άλλη μέριμνα. Η άρνηση κρατών-μελών να επικυρώσουν το Σύμφωνο είναι γεγονός ενδεικτικό της βαθιάς κρίσης που βιώνει στο εσωτερικό του ο θεσμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη-μέλη της οποίας αδυνατούν να έχουν μία κοινή αντίληψη στα μεγάλα και ουσιώδη προβλήματα προκειμένου να ενεργήσουν συλλογικά, διατηρώντας ακέραια τα ιδεώδη της δημοκρατίας και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στις βάσεις των οποίων χτίστηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση.




                  






[1] International Conference on the Global Compact for Migration, United Nations. Διαθέσιμο σε: http://www.un.org/en/conf/migration  (Ημερομηνία Πρόσβασης: 25/11/2018).

[2] Global Compact for Safe, Orderly and Regular Migration, United Nations, 13 July 2018. Διαθέσιμο σε: https://refugeesmigrants.un.org/migration-compact, (Ημερομηνία Πρόσβασης: 25/11/2018).

[3] Yayboke, E., The Strategic Implications of Exiting the Global Migration Compact Process, Centre for Strategic and International Studies, (Δεκέμβριος, 2017). Διαθέσιμο σε: https://www.csis.org/analysis/strategic-implications-exiting-global-migration-compact-process, (Ημερομηνία πρόσβασης: 25/11/2018).

[4] Peters, A., The Global Compact for Migration: to sign or not to sign?, EJIL: Talk! (Blog of the European Journal of International Law), (Νοέμβριος, 2018). Διαθέσιμο σε: https://www.ejiltalk.org/the-global-compact-for-migration-to-sign-or-not-to-sign, (Ημερομηνία πρόσβασης: 25/11/2018).

[5] Ibid.

[6] Karp, P., Australia refuses to sign UN migration pact, citing risks to turnbacks and detention, The Guardian, (Νοέμβριος, 2018). Διαθέσιμο σε: https://www.theguardian.com/australia-news/2018/nov/21/australia-refuses-to-sign-un-migration-pact-citing-risks-to-turnbacks-and-detention, (Ημερομηνία πρόσβασης: 25/11/2018).

[7] UN General Assembly President defends landmark migration compact, UN News, (Νοέμβριος, 2018). Διαθέσιμο σε: https://news.un.org/en/story/2018/11/1026341 (Ημερομηνία πρόσβασης: 25/11/2018).

[8] Jef Huysmans (2000), “The European Union and the Securitization of Migration”, in Journal of Common Market Studies, Vol. 38, No. 5, 751, at p. 756.
 


Share:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *