Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2017


Η Ρωσο-ιαπωνική διένεξη για τις Κουρίλες Νήσους
της Μπουραντά Κωνσταντίνας
 


Τον περασμένο μήνα,  πραγματοποιήθηκε η πολυαναμενόμενη συνάντηση μεταξύ του Ρώσου Προέδρου Βλάντιμιρ Πούτιν και του Ιάπωνα πρωθυπουργού Σίνζο Άμπε. Αφορμή αλλά και κεντρικό ζήτημα της συνάντησης, αποτέλεσε η διμερής διαφωνία αναφορικά με το εδαφικό καθεστώς των Κουριλών Νήσων, κύριο σημείο τριβής μεταξύ των δύο κρατών και ο κυριότερος λόγος για τον οποίον δεν έχουν ακόμη υπογράψει επίσημα συνθήκη Ειρήνης μετά τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.  Η διαμάχη μεταξύ Ρωσίας και Ιαπωνίας σχετικά με το νότιο κομμάτι των Κουριλών Νήσων αποτελεί -ίσως- την πιο μακροχρόνια εδαφική διαμάχη της Ανατολικής Ασίας.  Πιο συγκεκριμένα, αφορά τα τέσσερα νοτιότερα νησιά του συγκροτήματος.  Το όλο ζήτημα επανήλθε στην επικαιρότητα με αφορμή την επίσκεψη του Ρώσου πρωθυπουργού, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, στα εν λόγω νησιά τον Αύγουστο του 2015, προκαλώντας αναπόφευκτα την επίσημη ιαπωνική διαμαρτυρία[1].
Η πρόσφατη αναθέρμανση των διπλωματικών σχέσεων και τα οικονομικά συμφέροντα που σκιαγραφούνται στον ορίζοντα έδειχναν να δρομολογούν πιθανή πρόοδο ως προς την επίλυση του ζητήματος.  Οι επενδυτικές ευκαιρίες που προσφέρει η αγορά του Τόκυο φαινόταν να δρομολογούν και εξελίξεις με γεωπολιτικό αντίκρισμα.  Ωστόσο, το κλίμα ευφορίας που συνόδεψε τη συνάντηση- κυρίως από μεριάς του Ιάπωνα πρωθυπουργού- δεν επιβεβαιώθηκε επί της ουσίας σε κάποιο απτό βήμα. Ο Ρώσος  Πρόεδρος δεν φάνηκε να συμμερίζεται την ανυπομονησία του Ιάπωνα πρωθυπουργού για άμεση επίλυση της διαμάχης.  Οι ρωσικές υποχωρήσεις τις οποίες επιζητούσε,  υπό  το δέλεαρ του οικονομικού κέρδους, δεν επήλθαν ποτέ.[2]
Ποιο είναι όμως το σημερινό νομικό καθεστώς των νησιών και ποιο το ιστορικό πλαίσιο που τα διέπει; 
Κατόπιν μυστικής συμφωνίας που έλαβε χώρα  στο πλαίσιο της συνδιάσκεψης της Γιάλτας το Φεβρουάριου του 1945, όταν οι Roosevelt και Churchill, προκειμένου να δελεάσουν το σοβιετικό ηγέτη και συνομιλητή τους, Ιωσήφ Στάλιν και να εξασφαλίσουν τη συμμετοχή του στον πόλεμο ενάντια στην Ιαπωνία, υποσχέθηκαν την παραχώρηση των νησιών  καθώς και μέρος της νήσου Σαχαλίνης.[3]
          Τόσο η νήσος Σαχαλίνη όσο και οι Κουρίλες Νήσοι, υπάγονται σήμερα στην ίδια διοικητική περιφέρεια.  Η εν λόγω ανοιχτή διαμάχη αποτελεί και το λόγο για τον οποίο δεν έχει ακόμη υπογραφεί επίσημη ειρηνευτική συνθήκη για τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μεταξύ των δύο κρατών.  Σήμερα, περίπου 20.000 Ρώσοι κατοικούν στα συγκεκριμένα νησιά. 
Από τη μια πλευρά, οι Ιάπωνες φροντίζουν να αναφέρονται στα συγκεκριμένα νησιά ως «Northern Territories», και τα θεωρούν αναπόσπαστο μέρος της επικράτειάς τους, ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα.  Νομικά, επικαλούνται μεταξύ άλλων τη συνθήκη Shimoda που έλαβε  χώρα το 1855, και τη συνθήκη του Portsmouth του 1905, με την οποία είχε δοθεί τέλος στον Ρωσο-ιαπωνικό πόλεμο. Από την άλλη πλευρά, οι Ρώσοι αντικρούουν τα παραπάνω επιχειρήματα επικαλούμενοι διεθνείς συνθήκες, όπως αυτές της Γιάλτας και του Πότσδαμ, αμφότερες υπογεγραμμένες το 1945. Επί ψυχρού πολέμου, οι Νήσοι θεωρούνταν ως ζωτικής και στρατηγικής σημασίας  για το σοβιετικό στόλο, ενώ παράλληλα το Τόκυο αρνούνταν την απώλεια τους, έχοντας άλλωστε ήδη απολέσει σημαντική εδαφική επικράτεια και στην υπόλοιπη Ασία, ως απόρροια της έκβασης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.  Την ίδια περίοδο, η  Ιαπωνία τελούσε υπό την προστασία της αμερικανικής πυρηνικής ομπρέλας, περιορίζοντας έτσι τις σοβιετικές ορέξεις για επέκταση. Όμως, ούτε στη μεταψυχροπολεμική εποχή οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ιδιαίτερα θερμές σε διπλωματικό επίπεδο. 
Τα τελευταία χρόνια, η πλευρά που επιδεικνύει λιγότερη ευελιξία δεν είναι η ιαπωνική, αλλά η ρωσική – δεδομένου και του πλεονεκτήματος που προσφέρει η de facto κατοχή των νήσων. Βέβαια, αξίζει να σημειωθεί ότι η Ιαπωνία είχε επανειλημμένα απορρίψει προτάσεις της Μόσχας για επίλυση της διαμάχης με την παραχώρηση δύο εκ των τεσσάρων επίμαχων νήσων. [4]
            Για πολλούς η εκλογή του Donald Trump στα ηνία της παγκόσμιας υπερδύναμης αναμένεται να επιφέρει γεωπολιτικές ανακατατάξεις,  με προορισμό και τον Ειρηνικό.  Η ελαστικότερη -τουλάχιστον προεκλογικά και σε ρητορικό επίπεδο - στάση του έναντι της Ρωσίας, θα μπορούσε να προλειάνει το δρόμο και να διευκολύνει μια ρωσο-ιαπωνική προσέγγιση, σε περιορισμένη έστω κλίμακα. 
Ο αναθεωρητισμός που επιδεικνύει η κυβέρνηση Abe, σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και η  μετριασμένα εθνικιστική ρητορική που εφαρμόζει κατά καιρούς, την έχουν κατά καιρούς φέρει στο επίκεντρο της κριτικής. Το αποκορύφωμα των αντιδράσεων αυτών  επέφερε η περσινή τροποποίηση του πασιφιστικού ιαπωνικού συντάγματος, η οποία σήμανε μια σημαντική στροφή της μεταπολεμικής ιαπωνικής αμυντικής πολιτικής.[5]
Σύμφωνα με τη νέα αυτή συνταγματική ρύθμιση, οι δύο ψηφισμένοι νόμοι θα επιτρέπουν πλέον στην ιαπωνική κυβέρνηση να διεξαγάγει στρατιωτικές επιχειρήσεις εκτός των ιαπωνικών συνόρων, καθαρά όμως για αμυντικούς λόγους που θα άπτονται ‘’συλλογικής ασφαλείας’’. 
Κοινώς: Επιτρέπει τη δυνατότητα στην Ιαπωνία να επέμβει στρατιωτικά σε περίπτωση που σύμμαχός της δεχτεί επίθεση, και βρεθεί υπό απειλή και η δική της ασφάλεια.[6]
Παρά τον διχαστικό της χαρακτήρα στο εσωτερικό της χώρας και τη φαινομενική αλλοίωση του πασιφιστικού χαρακτήρα, η απόφαση αυτή λήφθηκε υπόψη με γνώμονα τους μετασχηματισμούς ισχύος στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ασίας.  Η Κίνα ως ανερχόμενη υπερδύναμη επιθυμεί να διαμορφώσει μια νέα περιφερειακή τάξη με επίκεντρο την ίδια, ενώ η γειτονική Βόρειος Κορέα παραμένει μια απρόβλεπτη πυρηνική δύναμη. Ο χαρακτήρας της συγκεκριμένης απόφασης είναι δηλαδή μάλλον αποτρεπτικός.
Παρόλα αυτά, ο οικονομικός και ενεργειακός παράγοντας ήταν αυτός που έδειχνε μια σύγκλιση πιθανότερη από ποτέ.  Πράγματι, οι δυτικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία μετά τη προσάρτηση της Κριμαίας και την υποστήριξη  σε ένοπλους αποσχιστές στην Ανατολική  Ουκρανία, αποτελούν έναν από τους κυριότερους λόγους της ρωσικής οικονομικής στροφής προς Ανατολάς και η περίπτωση της Ιαπωνίας δεν θα μπορούσε φυσικά να αποτελεί εξαίρεση. 
Σήμερα, η Ρωσία ακολουθεί έναν εξαγωγικό ενεργειακό προσανατολισμό προς την Άπω Ανατολή, με σκοπό να εκμεταλλευτεί αφενός τις νέες ευκαιρίες που δημιουργούνται από την ακμάζουσα ασιατική αγορά και αφετέρου να αποκτήσει το πλεονέκτημα έναντι της Ε.Ε στην ενεργειακή σχέση αλληλεξάρτησης που τις διέπει.  Η εισαγωγή του «Ανατολικού Οικονομικού Φόρουμ» έδωσε στη Ρωσία μια αξιόπιστη πλατφόρμα διερεύνησης οικονομικών ευκαιριών στην περιοχή.  Αναμφίβολα, η ενεργειακή σφαίρα αποτελεί τη ζωτικότερη πτυχή αυτών των ευκαιριών και ιδιαίτερα στις τρεις πιο δυναμικές ασιατικές αγορές: αυτήν της Ινδονησίας, της Κίνας και της Ιαπωνίας – χώρες που βρίσκονται εγγύτερα στην πλούσια σε υδρογονάνθρακες ανατολική Σιβηρία, απ’ ότι  η ίδια η Μόσχα.  Μάλιστα, το άνοιγμα στην Ιαπωνία, που τυγχάνει να αποτελεί και τον πέμπτο μεγαλύτερο αγοραστή πετρελαίου παγκοσμίως, επιχειρεί να μετριάσει τη σημασία της Κίνας ως αγοραστή, εξοπλίζοντας το Κρεμλίνο με ακόμη μια αξιόπιστη εναλλακτική.[7]

Παράλληλα, η Ιαπωνία αποτελεί μια βιομηχανική μεν χώρα, με ελάχιστα έως ανύπαρκτα όμως κοιτάσματα πρώτων υλών για την κάλυψη των υψηλών αναγκών της 3ης μεγαλύτερης οικονομίας  του  πλανήτη.  Το πυρηνικό ατύχημα στο εργοστάσιο της Fukoshima, που έλαβε χώρα το 2011, αναπόφευκτα οδήγησε τους Ιάπωνες ιθύνοντες προς αναζήτηση εναλλακτικών μορφών ενέργειας, με επικρατέστερη -προς το παρόν- τη λύση του φυσικού αερίου.   Γι’ αυτό και σήμερα έχει ήδη επικρατήσει ως ο μεγαλύτερος εισαγωγέας φυσικού αερίου, ξεπερνώντας ακόμα και τη Γερμανία.[8] Ως επί το πλείστον, το Τόκιο εισάγει υγροποιημένο αέριο (LNG).  H Ρωσία προς το παρόν, αποτελεί μόλις τον 5ο μεγαλύτερο εξαγωγέα LNG στη χώρα του Ανατέλλοντος Ήλιου, ακολουθώντας τη Μαλαισία (19%), την Αυστραλία (18%), το Κατάρ (15%) και την Ινδονησία (12%). 
Για τη Ρωσία, το δεύτερο μεγαλύτερο παραγωγό φυσικού αερίου παγκοσμίως, τα ευρισκόμενα στην εν λόγω περιοχή ενεργειακά κοιτάσματα συνιστούν περίπου το 4% των συνολικών ρωσικών αποθεμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου.  Πράγματι, η θάλασσα Okhotsk, στα νότια της οποίας βρίσκονται τα εν λόγω νησιά, είναι ιδιαίτερα πλούσια σε φυσικούς πόρους και αποθέματα υδρογονάνθρακα.  Ενώ η Ιαπωνία για την ώρα προμηθεύεται κατά κύριο λόγο αέριο σε υγροποιημένη μορφή (LNG), ο τομέας του φυσικού αερίου αναμένεται να αποτελέσει τον επόμενο συνεκτικό εμπορικό δεσμό μεταξύ Τόκυου και Κρεμλίνου, καθώς η προμήθεια αερίου μέσω αγωγών είναι σημαντικά φθηνότερη από την αντίστοιχη θαλάσσια μεταφορά LNG μέσω πλοίων.[9] Η Μόσχα από την άλλη, διαθέτει πλήρη ενεργειακή επάρκεια στα ανατολικά της επικράτειας της. 
Ακολούθως, σε εμπορικό επίπεδο, η συνάντηση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί προσοδοφόρα αφού απέδωσε καρπούς.  Το ενεργειακό ‘’φλερτ’’ δεν περιορίστηκε τελικά μόνο σε επίπεδο φυσικού αερίου, όπως δηλαδή αναμενόταν, αλλά και σε αυτό του ηλεκτρισμού.  Το εξεταζόμενο επενδυτικό σχέδιο περιλαμβάνει τη δημιουργία ενεργειακού δικτύου που θα συνδέει τη ρωσική ανατολική επαρχία Primorye και τα Νησιά Sakhalin με το βόρειο ιαπωνικό νησί Hokkaido και θα τροφοδοτεί  με ηλεκτρισμό το διψασμένο ενεργειακά Τόκυο. Μάλιστα, Ιάπωνες επενδυτές σχεδιάζουν να επενδύσουν περισσότερα από 11 δισεκατομμύρια δολάρια στο συγκεκριμένο σχέδιο. 
Δεδομένου ότι  το σχέδιο αυτό υπήρχε σαν ιδέα εδώ και δεκαετίες, οι νέες αυτές προσπάθειες περάτωσης του αντανακλούν μια νέα δυναμική  στις διμερείς σχέσεις των δύο κρατών, σε ενεργειακό και οικονομικό τουλάχιστον επίπεδο.
Εκτός από τις υποσχέσεις για άμεση οικονομική συνεργασία, κίνηση μεγαλύτερου πρακτικού αντικρίσματος αποτέλεσε η απόφαση του ρωσικού υπουργείου εξωτερικών για άμβλυνση των απαιτήσεων έκδοσης ταξιδιωτικής visa προς  τη Ρωσία για τους  Ιάπωνες επισκέπτες.  Η απόφαση θα τεθεί άμεσα σε ισχύ με το ξεκίνημα του νέου έτους, με ειδικές μάλιστα παραχωρήσεις για Ιάπωνες που σχετίζονται με τον επιχειρηματικό χώρο[10]. Η σειρά εκτεταμένων επενδυτικών και εμπορικών συμφωνιών -70 συνολικά-, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως πλατφόρμα σύσφιξης των σχέσεων και δημιουργίας αμοιβαίου κλίματος εμπιστοσύνης.  Αποκορύφωμα αυτού, η συμφωνία για έναρξη των διαπραγματεύσεων για από κοινού οικονομική συνεργασία στα επίμαχα νησιά[11].
Η εκλογή Trump θα μπορούσε να ωθήσει ακόμη περισσότερο προς αυτή τη κατεύθυνση την Ιαπωνική εξωτερική πολιτική.  Ο σκεπτικισμός με τον οποίο έχει κατά καιρούς επικρίνει τις αμυντικές συνεισφορές των αμερικάνων συμμάχων και η ανάγκη μεγαλύτερου επιμερισμού του αμυντικού βάρους οδηγεί αυτομάτως την Ιαπωνία στην εξέταση συμπληρωματικών καλυμμάτων για την αναζήτηση στρατηγικού βάθους[12]. 
Δεδομένης της υπάρχουσας ισορροπίας δυνάμεων στην Ανατολική Ασιατική σκακιέρα, το Τόκυο -εύλογα- δεν επιθυμεί περαιτέρω προσέγγιση μεταξύ της Ρωσίας και της αναθεωρητικής Κίνας.  Άλλωστε, μόλις Αύγουστο του 2015 οι δύο δυνάμεις είχαν  πραγματοποιήσει κοινές ναυτικές ασκήσεις στην ιαπωνική θάλασσα.  Υπό την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα που γεννιούνται εντός ενός πολυπολικού συστήματος, ο Abe, έχοντας κατά νου να διεμβολίσει τη συμμαχία Ρωσίας και Κίνας, προσπαθεί να εμβαθύνει τις σχέσεις της Μόσχας με το Τόκυο.  Σε αυτή του την προσπάθεια θα μπορούσε να συνεπικουρηθεί επομένως από τυχόν ύφεση των εντάσεων μεταξύ Κρεμλίνου και Ουάσινγκτον, εκμεταλλευόμενος την χρονική συγκυρία της εκλογής Trump. Ωστόσο, μια ουσιαστική -κισινγκερικού τύπου- γεωπολιτική εξισορρόπηση του Πεκίνου δια της καλυτέρευσης των σχέσεων με τη Μόσχα φαντάζει έωλη, ιδιαίτερα όσο άλυτα εδαφικά ζητήματα υπονομεύουν την εμβάθυνση μιας τέτοιας επαναπροσέγγισης.  Η εμπορική και ενεργειακή συνεργασία αναμένεται να συνεχιστεί περαιτέρω, χωρίς όμως το αναμενόμενο γεωπολιτικό αντίκρισμα.
Ολοκληρώνοντας, τα παραπάνω εμπορικά βήματα οπωσδήποτε αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για μια πιθανή επίλυση του ακανθώδους εδαφικού ζητήματος στο απώτερο μέλλον. Ωστόσο, για την ώρα η διπλωματία είναι αυτή που θα υποτάσσεται στη γεωπολιτική  και όχι το αντίστροφο.


 




[1] ''Japan protests after Russia PM visits disputed islands'', Financial Times ,  23 August 2015
[2] Linda Sieg and Nobuhiro Kubo  , ''Japan's Abe seeks breakthrough with Russia on long-disputed islands'' , Reuter, online at:  http://www.reuters.com/article/us-japan-russia-disputed-islands-idUSKCN11Y1AU
[3] John H. Mearsheimer, Η τραγωδία της πολιτικής των Μεγάλων Δυνάμεων, εκδόσεις Ποιότητα, 2005 ,  σελ.403-404
[4] Franz-Stefan Gady, ''How Russia Tries to Intimidate Japan'' , The Diplomat,  25 July 2015
[5] ''Japan's lower house approves change to self-defence law'', BBC, 16 July 2015
[6] ''Security legislation takes effect'' , Japan Times  , 29 March 2016,
[7] Daniel  Workman, ''Crude Oil Imports by Country'' , World's Top Exports , September 2016, Online at: http://www.worldstopexports.com/crude-oil-imports-by-country/
[8] World Factbook, ''Country Comparison: NATURAL GAS IMPORTS''  https://www.cia.gov/library/publications/the-world-factbook/rankorder/2252rank.html
[9] ''Tokyo Investors Eye Investing $11 billion Into Russia-Japan Energy Bridge'' , Sputnik News,  22 December 2016 Online at:  https://sputniknews.com/business/201612281049071610-japan-russia-energy-bridge-prospects/
[10] ''Russia easing visa requirements for Japanese'' , The Japan Times,  28 December 2016,
[11] [11]  ''No Peace Deal for Russia and Japan, But Slow Progress'' , The Diplomat, Online at: http://thediplomat.com/2016/12/no-peace-deal-for-russia-and-japan-but-slow-progress/
[12] Matthew Rojansky , '' Russia and Japan Are Drawing Closer. Is Trump Helping? '',  Wilson Center, 6 October 2016 , Online at: https://www.wilsoncenter.org/article/russia-and-japan-are-drawing-closer-trump-helping
Share:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου